Η πορεία ενός ασυμβίβαστου μουσουργού και η ανάγκη επανεκτίμησης και ανάδειξης της προσφοράς του.
Φέτος συμπληρώνονται 120 χρόνια από τη γέννηση του πρωτοπόρου Κύπριου μουσικοσυνθέτη και μαέστρου και εκπαιδευτικού Γιάγκου Μιχαηλίδη. Δημιουργός μουσικών συνόλων, χορωδιών, μαντολινάτων, ορχηστρών, και μπάντων ήταν αναμφίβολα μια μεγάλη μορφή στο πεδίο του. Ως συνθέτης έγραψε συμφωνίες, συμφωνικά ποιήματα, συμφωνικές σπουδές, κοντσέρτα, τραγούδια, χορωδιακά έργα, θεατρική μουσική και για αρχαίες ελληνικές τραγωδίες.
Κάποιες φορές πρόσθετε στίχους σε κομμάτια κλασικής μουσικής, ή έγραφε και μελοποιούσε δικούς του στίχους. H προσφορά του στη θεμελίωση της μουσικής και της μουσικής εκπαίδευσης στην Κύπρο είναι ανεκτίμητη, ωστόσο 52 χρόνια μετά τον θάνατό του, στις 5 Σεπτεμβρίου 1972, παραμένει και δυσανάλογα παραγκωνισμένη.
Το κενό αυτό επιχειρεί να καλύψει μια παλιά του μαθήτρια, η μουσικός και πρώην επιθεωρήτρια μουσικής στη Μέση Εκπαίδευση, Μάρω Χριστοδούλου Σκορδή. Η ίδια είναι σήμερα διευθύντρια της Χορωδίας «Λέανδρος Σίταρος» της Πνευματικής Στέγης Λευκωσίας, και της Χορωδίας Δωματίου «Πολυφωνία» και αφοσιωμένη ερευνήτρια της ζωής και του έργου του Γιάγκου Μιχαηλίδη.
Μάλιστα έχει στα σκαριά μια τρίτομη έκδοση- αφιέρωμα στη ζωή και το έργο του. Ο πρώτος τόμος αναμένεται να εκδοθεί τους επόμενους μήνες και περιλαμβάνει την πορεία της ζωής και τον αγώνα του να μεταδώσει την αγάπη του για τη μουσική, τη φύση, τα ζώα και τον άνθρωπο μέσα από τη διδασκαλία, τις συναυλίες σε όλες τις πόλεις της Κύπρου και τη δημιουργία μουσικών συνόλων.

Γνώρισε τον Γιάγκο Μιχαηλίδη όταν φοιτούσε στις τάξεις του στο Εθνικό Ωδείο της Λουλούς Συμεωνίδου. «Ο Γιάγκος δεν ήταν ένας συνηθισμένος δάσκαλος. Στο δικό του μάθημα νιώθαμε δέος. Η μουσική μαζί του άνοιγε για μας έναν άλλο, αλλιώτικο κόσμο, διαφορετικό απ’ αυτόν που ζούμε, ένα κόσμο πιο αληθινό! Χανόμασταν μέσα στους ήχους, νιώθαμε την αγάπη για όλα τα πλάσματα της γης να μας πλημμυρίζει και απέραντο θαυμασμό για τους συνθέτες που είχαν γράψει τη μουσική που ακούγαμε. Κατάφερε να εμφυσήσει σε όλους τους μαθητές του, την αγάπη που ένιωθε εκείνος για τη θεία αυτή τέχνη. Εκείνος μ’ ενθάρρυνε να σπουδάσω μουσική. Πίστευε σε μένα και μ’ έκανε να πιστέψω κι εγώ στον εαυτό μου».
Γεννημένος στις 12 Δεκεμβρίου 1904 στη Λάρνακα, ο Γιάγκος ήταν σύγχρονος με τον συνεπώνυμό του Σόλωνα Μιχαηλίδη. Φοιτούσαν και οι δυο στο Παγκύπριο Γυμνάσιο την ίδια εποχή, αγαπούσαν την πατρίδα τους και επηρεάστηκαν αμφότεροι από την Κυπριακή Δημοτική Μουσική. Όμως, η πορεία της ζωής τους ήταν εντελώς διαφορετική κι έτσι ο καθένας είχε τη δική του έντονη προσωπικότητα στον τρόπο που εκφραζόταν καλλιτεχνικά.

Η παρακαταθήκη του
Η παρουσία του Γιάγκου στο σύγχρονο μουσικό τοπίο της Κύπρου αποτυπώνεται στη μουσική παρακαταθήκη που άφησε στους μεταγενέστερους μέσα από τους υπεράριθμους μαθητές του, στους οποίους με σκληρή δουλειά, πάθος και ανιδιοτέλεια μετέδωσε την αγάπη που ο ίδιος ένιωθε για τη μουσική και επηρέασε τον τρόπο σκέψης τους.
Ως μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας και Χορωδίας του Μουσικού Συλλόγου «Μότσαρτ», που δημιούργησε με μουσικόφιλους και διηύθυνε ο ίδιος, διέδωσε τη μουσική μέσα από συναυλίες σε κάθε πόλη της Κύπρου. Μάλιστα, όπως υπογραμμίζει η ερευνήτρια, ούτε ο Γιάγκος ούτε οι εκτελεστές της ορχήστρας αμείβονταν.
Έτσι εκτός από συναυλίες διοργάνωναν:
- διαγωνισμούς μουσικών οργάνων με έπαθλο υποτροφίες στο εξωτερικό,
- συναυλίες σε όλες τις πόλεις με νεαρά ταλέντα της Κύπρου,
- απονομή του «Μεταλλίου Μότσαρτ» στους άριστους μαθητές των Ωδείων,
- «Μουσικούς Συλλόγους» σε όλες τις πόλεις της Κύπρου για τη διοργάνωση μηνιαίων συναυλιών, διαλέξεων, ακροάσεων, εκδόσεων και υποτροφίες για μουσικές σπουδές.
Σύμφωνα με τη Μάρω Σκορδή, στον Γιάγκο Μιχαηλίδη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και η ύπαρξη της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας Κύπρου. Μετά τη διάλυση της Ορχήστρας του Μ.Σ. «Μότσαρτ» πολλά από τα μέλη της στελέχωσαν αρχικά τη Συμφωνική Ορχήστρα του ΡΙΚ, στην ίδρυση της οποίας πρωτοστάτησε ο Γιάγκος και υπήρξε καλλιτεχνικός της διευθυντής. Αργότερα, πολλά από τα μέλη της στελέχωσαν την Κρατική Ορχήστρα Κύπρου.

Οι επιρροές και η πορεία του
Ο Γιάγκος Μιχαηλίδης έλαβε για 2,5 χρόνια το πνεύμα του ρομαντισμού στην Schola Cantorum του Παρισιού με τον περίφημο συνθέτη και παιδαγωγό Βενσάν ντ’ Αντί.Η γαλλική φινέτσα και λεπτότητα θα χαρακτήριζε το μελλοντικό πλούσιο έργο του. Ωστόσο, όπως επιμένει η Μ. Σκορδή, η κυριότερη επίδραση στο συνθετικό του έργο ήταν η Κυπριακή Δημοτική Μουσική.
Το ύφος του έχει έντονο κυπριακό χρώμα. Χαρακτηρίζεται από απλότητα και ομορφιά, αγνότητα και ειλικρίνεια όπως η Κυπριακή Μουσική από την οποία λείπει, όπως έλεγε ο ίδιος, «ο ρητορισμός και τα διάφορα πιχλιμπίδια»…» Στη μουσική του ξεχειλίζει η απεριόριστη αγάπη για την πατρίδα του, τη γη και τον ουρανό της, τη θάλασσα και τους ανθρώπους της. Άλλωστε, ήταν αυτός που κατέγραψε για πρώτη φορά τους Ανδρικούς Αντικριστούς Κυπριακούς χορούς και τους δημοσίευσε στο Δελτίο της Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών (τόμος Ι’, 1946).
Πολλά γεγονότα σημάδεψαν τη ζωή και την καλλιτεχνική του πορεία, όπως ο έρωτας και ο γάμος του με τη Μαρία Τοφαρίδου (1932), έπειτα το διαζύγιο (1948), η παύση του από το Παγκύπριο Γυμνάσιο (1948), η ζωή του στην Αγγλία όπου γνώρισε και νυμφεύτηκε την Φύλλις Ράουτ και η γέννηση των δύο παιδιών του, Ίωνα και Αριστοτέλη. Ο αγώνας του 1955-59 τού ενέπνευσε εξαιρετικής σημασίας έργα, σε στίχους συνήθως του Κύπρου Χρυσάνθη.

Επίσης, ήταν εκείνος που ανέδειξε τις πολυφωνικές χορωδίες στην Κύπρο, ως καθηγητής Μουσικής στο Γυμνάσιο Θηλέων Φανερωμένης και στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, στο οποίο εργάστηκε για 22 χρόνια κι έπειτα στο Γυμνάσιο Θηλέων Αμμοχώστου. Υπάρχουν μαρτυρίες και σχολικά προγράμματα με δύσκολα πολυφωνικά έργα που ανέβαζε με τα παιδιά σε εκδηλώσεις του σχολείου.
Χαρισματικός δάσκαλος και άνθρωπος με χιούμορ
Αγαπούσε τους μαθητές του και τους ένιωθε δικά του παιδιά και αυτοί με τη σειρά τους, τον εκτιμούσαν. Εργάστηκε ως καθηγητής Μουσικής στο Παρθεναγωγείο Φανερωμένης (1929-1931), στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (1929-1948, 1965-1967) και στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου (1953-1965). Δίδαξε επίσης θεωρητικά, αρμονία, μορφολογία, οργανογνωσία, ενορχήστρωση και ιστορία της μουσικής στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου κ.α.

«Πάντα ακούραστος, με συνεχή αφοσίωση και ενθουσιασμό δημιουργούσε, διεύθυνε, δίδασκε, έγραφε μουσική αλλά και χρονογραφήματα ενώ παράλληλα νοιαζόταν για την οικογένειά του, την οποία υπεραγαπούσε» αναφέρει η Μ. Σκορδή.
«Ζούσε σε μια κοινωνία, στην οποία οι μουσικά καλλιεργημένοι άνθρωποι ήταν λίγοι. Μόνο κάποιοι τυχεροί μπορούσαν οικονομικά να μελετήσουν ένα μουσικό όργανο. Το μάθημα της μουσικής (τότε ωδικής) περιοριζόταν στη διδασκαλία τραγουδιών, στη θεωρία και στη διδασκαλία σολφέζ. Ο Γιάγκος ενεθάρρυνε τα ταλαντούχα παιδιά να δημιουργούν δικά τους σύνολα, να γράφουν δική τους μουσική και να την παρουσιάζουν σε εκδηλώσεις του σχολείου. Δίδασκε φυσιολατρικά ή ποιοτικά τραγούδια σπουδαίων συνθετών, όπως οι Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ κ.ά. Ήθελε όλα τα παιδιά να μάθουν νότες και να τραγουδούν σωστά».
Εισήγαγε επίσης την καινοτομία των Μουσικών Ακροάσεων. Η επιθυμία του να μεταδώσει στα παιδιά τη δική του αγάπη και πάθος για τη μουσική ήταν τόσο έντονη, ώστε αφιέρωνε αφιλοκερδώς κάποια απογεύματα για την ακρόαση και ανάλυση έργων που θεωρούσε σημαντικά.
«Τον θυμάμαι να έρχεται στις συναντήσεις, κουβαλώντας το δικό του γραμμόφωνο και τους δικούς του δίσκους, για να μας προσφέρει την ευκαιρία να ακούσουμε ποιοτική μουσική, να την νιώσουμε και να την καταλάβουμε» θυμόταν ο μαθητής του και αργότερα καθηγητής Φυσικής Κωνσταντίνος Πουργουρίδης, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Από την πλευρά του, ο καταξιωμένος σκηνογράφος και πρώην διευθυντής του ΘΟΚ Άντης Παρτζίλης σημειώνει: «Μας μύησε στην κλασική μουσική. Δεν θα ξεχάσω τις παρουσιάσεις που έκανε στο Γυμνάσιο Θηλέων, αργά τα απογεύματα. Η επιρροή του Γιάγκου Μιχαηλίδη πάνω μου ήταν καταλυτική. Πολλές φορές μού δάνειζε ή χάριζε δίσκους κλασικής μουσικής. Αγόραζε άλλους και μου έδινε τους πιο παλιούς».
Η Μ. Σκορδή καταγράφει το χαρακτηριστικό, αστείρευτο και καυστικό του χιούμορ, που ενίοτε ενοχλούσε και δημιουργούσε αντιπάθειες. Μέσα στην τάξη δεν το εγκατέλειπε ποτέ. Κι όταν χτυπούσε το κουδούνι για διάλειμμα, δεν πήγαινε ποτέ στον καθηγητικό σύλλογο. Περνούσε τα διαλείμματα στην αίθουσα μουσικής, όπου πήγαιναν μαθητές για να μιλήσουν μαζί του.

Από την πλευρά του ο αγιογράφος Γεώργιος Γεωργίου αναφέρει: «Αυτός ο άνθρωπος, ο μύστης της Μουσικής, ο καλόγηρος της Μουσικής ακόμα και το σώμα του όπως ήταν έτσι λεπτός, λίγο καμπούρης, ασκητικός, αυτή η ωραία φυσιογνωμία που είχε, προκαλούσε δέος και σεβασμό. Ποτέ δεν έπαιζε τον μεγάλο και τον τρανό. Πρόσφερε χωρίς τυμπανοκρουσίες για το καλό των μαθητών και των ανθρώπων της πόλης μέσα στα πλαίσια που υπήρχαν. Τον αγαπώ αφάνταστα, διότι με ενέπνευσε. Χάραξε κι αυτός μέσα στην ψυχή μου πράγματα που καλλιέργησαν τον χαρακτήρα μου».
Επώνυμοι μαθητές και συνεχιστές του έργου του
Ο Γιάγκος Μιχαηλίδης επέλεγε συνεχώς και δίδασκε παιδιά που θα μπορούσαν να μάθουν μουσικό όργανο και να στελεχώσουν τη σχολική ορχήστρα. Τα παιδιά αυτά όταν μεγάλωναν αγαπούσαν τη μουσική έστω κι αν δεν ασχολούντο επαγγελματικά με αυτή.
Επαγγελματίες μουσικοί:
- Κυριάκος Καψάλης (1930-1959): καθηγητής βιολιού και σολίστ
- Λέανδρος Σίταρος (1929-1984): καθηγητής μουσικής, συνθέτης, βοηθός μαέστρος της Ορχήστρας και διευθυντής της Χορωδίας του Μ.Σ. «Μότσαρτ», ιδρυτής και μαέστρος της Χορωδίας Πνευματικής Στέγης Λευκωσίας.
- Δημήτρης Πετρίδης (1931-2014): καθηγητής μουσικής, εκτελεστής βιολιού και βιόλας. Μέλος της Ορχήστρας του Μ.Σ. Μότσαρτ και της ορχήστρας εγχόρδων του ΡΙΚ.
- Στέφανος Ζυμπουλάκης (1941-2019), μουσικός, ποιητής, καθηγητής βιολιού, συνθέτης.
- Τασούλα Χρίστου: συνθέτης στο εξωτερικό.
- Μιχάλης Χριστοδουλίδης (1944-): διάσημος συνθέτης
- Κύπρος Μάρκου (1944-): βιολιστής, γνωστός μαέστρος που διαπρέπει στις ΗΠΑ
- Σταύρος Παπαντωνίου: βιολιστής, μουσικός, εργάστηκε στο ΡΙΚ.
- Ρίτα Ολυμπίου: καθηγήτρια μουσικής, πιανίστα.
- Μαρία Βασιλείου Κουτσουπίδου: καθηγήτρια μουσικής
- Ελενίτσα Λύτρα; καθηγήτρια αρμονίας
- Ρένα Ψωμά Χριστοδούλου: καθηγήτρια πιάνου
- Λέλλα Μαραθοβουνιώτου: καθηγήτρια φωνητικής
- Ελενίτσα Πουργουρίδου: καθηγήτρια μουσικής
- Παναγιώτης Αναστασίου: βιολιστής, καθηγητής βιολιού
- Μάρω Χριστοδούλου Σκορδή: μουσικός, πρώην επιθεωρήτρια μουσικής στη Μέση Εκπαίδευση
Ο πρώτος αντισυμβατικός Κύπριος
«Ήταν ίσως ο πρώτος αντισυμβατικός Κύπριος» σημειώνει ο γνωστός συνθέτης Μιχάλης Χριστοδουλίδης. «Αναζητούσε πάντα τον ιδανικό κόσμο και την ιδανική κοινωνία. Κι αυτό τον έφερνε σε αντιπαράθεση με πολλούς παράγοντες της Πολιτείας. Διότι η διδασκαλία του δεν περιοριζόταν μόνο στο πεντάγραμμο, αλλά επεκτεινόταν και στον τρόπο που πρέπει να ζει κανείς και να αντιμετωπίζει τα κοινά και την κοινωνία γενικότερα. Προκλητικός και προσβλητικός πολλές φορές, μέσα σε μια κοινωνία που αναζητούσε το μέτρο του καθωσπρεπισμού, ένας άνθρωπος που κι ο ίδιος, πιστεύω, έψαχνε τον ρόλο του σ’ έναν κόσμο που η μουσική περιοριζόταν στο δημοτικό τραγούδι της Κύπρου, στη Σοφία Βέμπο και τον Γούναρη».
Ξεχωριστός και πολυσύνθετος, γεμάτος καλοσύνη, μετριόφρων και σεμνός, ακέραιος, ο Γ. Μιχαηλίδης ζούσε κάπως ιδιότυπα, μακριά από κάθε επίδειξη και αυτοπροβολή, με τα βιβλία, τους δίσκους, τις παρτιτούρες και τους κάκτους του. Η Μάρω Σκορδή τον περιγράφει ως πολυδιαβασμένο, που παρακολουθούσε σχολαστικά κάθε νέα μουσική έκδοση. Αγαπούσε τη φύση, τα ζώα, τα πουλιά, τους ανθρώπους. Έτρεφε μεγάλη αδυναμία στο πράσινο (ακόμη και το μελάνι που χρησιμοποιούσε ήτανε πράσινο) κι είχε μεγάλη αγάπη για τους κάκτους, τους οποίους μεγάλωνε από σπόρους μέσα σε γλάστρες. Επίσης, σιχαινόταν κάθε είδους βία. Πάντα τόνιζε τη διαφορά του «εγώ» από το «εμείς» και ήταν υπεράνω χρημάτων: σε πολλές περιπτώσεις δεν δεχόταν λεφτά, ενώ βοηθούσε και οικονομικά νεαρούς μουσικούς που είχαν ανάγκη.
Η ανάγκη για ανάδειξη του έργου του

Σύμφωνα με τη Μάρω Σκορδή, ο Γιάγκος Μιχαηλίδης δεν έγραφε ελαφρά τραγούδια που τραγουδιούνται από παρέες, ώστε να ζήσουν στο χρόνο. Ανήκει στους «σοβαρούς» μουσικούς που έχει γεννήσει αυτός ο τόπος και σκεφτόταν πάντα τις επόμενες γενιές. Όταν το 1972 έφυγε από τη ζωή, όλες οι εφημερίδες έγραψαν γι’ αυτόν. Ωστόσο, στη συνέχεια προέκυψε η ανησυχία μήπως χαθούν οι διασκορπισμένες συνθέσεις του. Η οικογένειά του είχε από το 1971 μετοικήσει στην Αγγλία κι ο μόνος που διατήρησε όλα τα χορωδιακά έργα του Γιάγκου και τα παρουσίαζε με τη Χορωδία της Πνευματικής Στέγης Λευκωσίας ήταν ο αείμνηστος μαθητής του, Λέανδρος Σίταρος. Παράλληλα οι προσπάθειες των Πολιτιστικών Υπηρεσιών το 1996 με τη δημιουργία τριμελούς ομάδας ώστε να βρεθούν και να εκδοθούν τα έργα του δεν καρποφόρησαν.
«Ήταν μια μεγάλη προσωπικότητα για τον πολιτισμό της Κύπρου και η πατρίδα μας του χρωστά πολλά. Θα ήταν λυπηρό να εξαφανιστεί κάπου στα ντουλάπια της Ιστορίας» σημειώνει και επισημαίνει ότι πρέπει να διασωθεί ότι ήδη έχει σωθεί. Δηλαδή τα χορωδιακά του έργα κι ένας μικρός αριθμός ορχηστρικών. Από τη μουσική για τις εννιά τραγωδίες που έγραψε έχει ουσιαστικά σωθεί μόνο η μουσική για τον «Αίαντα», ενώ από τη μουσική για θέατρο έχει σωθεί μόνο ένα μικρό τραγούδι από τον «Πετεινό τον Γούμενο» σε στίχους Κύπρου Χρυσάνθη, που γράφτηκε για τα παιδιά του Παρθεναγωγείου Αγίου Κασσιανού.
Κατά την ίδια, ενδεδειγμένες ενέργειες θα ήταν να εκδοθούν τα χορωδιακά του έργα ώστε να εκτελούνται από χορωδίες, να ερμηνεύονται τα ελάχιστα ορχηστρικά έργα του που έχουν σωθεί και να διοργανωθεί ένα μουσικό συνέδριο για τον Γιάγκο Μιχαηλίδη, στο οποίο να δοθεί δημοσιότητα και να προσκληθούν ομιλητές και από το εξωτερικό. «Είναι κρίμα που σημαντικά έργα του όπως το ‘Πένθιμο και Ηρωικό Εμβατήριο για τον Πετράκη Γιάλλουρο’ (1956), το ‘Νανούρισμα’ (1954), το ‘Βούττημαν ήλιου’ (1932), η ‘Λήθη’ (1931) κ.π.ά. βρίσκονται σήμερα στην αφάνεια. Πιστεύω πως πρέπει να φροντίσουμε να τα γνωρίσει το κοινό».
Ελεύθερα, 11.8.2024