Ευάλωτη σε μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση παραμένει η Κύπρος. Ο πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου Δημήτρης Γεωργιάδης, σε συνέντευξή του στον «Φ», τονίζει ότι η χώρα μας, όντας μια μικρή και ανοικτή οικονομία με προβλήματα ανταγωνιστικότητας, με πολύ υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, όπως και ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα είναι σε δυσμενή θέση όσον αφορά στα περιθώρια αντιμετώπισης μιας τέτοιας κρίσης.
Παράλληλα, ο κ. Γεωργιάδης σημειώνει ότι θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση χρέους ή στη δημιουργία αποθεματικών. Αντίθετα όμως, τονίζει, βλέπει αχρείαστες παραχωρήσεις, όπως π.χ. η μείωση στον φόρο κατανάλωσης καυσίμων, η στήριξη κάποιων ομάδων μέσω του Εστία που δεν θα έπρεπε να τύχουν στήριξης.
«Αυτά όχι μόνο δημιουργούν δημοσιονομικό κόστος, αλλά περισσότερο αποτελούν ηθικό κίνδυνο και προηγούμενο για νέες διεκδικήσεις», υπογραμμίζει ο κ. Γεωργιάδης, προθέτοντας ότι «μπορεί οι σημερινές παρεμβάσεις μας να κριθούν πρόωρες ή υπερβολικές, αλλά η τελευταία κρίση έδειξε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια αδράνειας».
Τέλος, αναφορικά με τη Cyta τονίζει ότι η παραμονή της στα χέρια του κράτους φαίνεται να οδηγεί σε μείωση της αξίας της εις βάρος του φορολογούμενου και ταυτόχρονα περιορίζει τα κίνητρα για ταχύτερη βελτίωση των τηλεπικοινωνιών.
Ποιους κινδύνους διαβλέπετε για την κυπριακή οικονομία το 2019;
Θα χαρακτήριζα ως κυριότερους κινδύνους τους εισαγόμενους οι οποίοι όμως λόγω της εσωτερικής κατάστασης όπως και κάποιων εσωτερικών αποφάσεων ή αδράνειας καθιστούν την Κύπρο πιο ευάλωτη από άλλες χώρες. Πολύ πρόσφατα η επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Τζάνετ Γιέλεν, προειδοποίησε για μια νέα επικείμενη και μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση.
Ανάλογες δηλώσεις έχουν γίνει από Θεσμούς της ΕΕ με την παρότρυνση προς όλους για ενίσχυση των αποθεματικών. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άρχισε να αντιστρέφει την πολιτική νομισματικής χαλάρωσης που κρατά τα επιτόκια χαμηλά.
Παρακολουθούμε όλοι τα εσωτερικά προβλήματα της Ευρωζώνης ιδιαίτερα με την Ιταλία, όπως και την πιθανότητα έναρξης ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου. Όλα αυτά μπορούν να πραγματοποιηθούν ακόμη και ταυτόχρονα. Μια τέτοια εξέλιξη θα φέρει όλες τις οικονομίες σε δύσκολη θέση.
Η Κύπρος όμως, μια μικρή και ανοικτή οικονομία με προβλήματα ανταγωνιστικότητας, με πολύ υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, όπως και ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα είναι σε δυσμενή θέση όσον αφορά στα περιθώρια αντιμετώπισης μιας τέτοιας κρίσης. Οι κυριότεροι τομείς που ωθούν την οικονομία είναι ο τουρισμός, ο κατασκευαστικός τομέας και οι υπηρεσίες και όλοι βασίζονται στην εξωτερική ζήτηση. Δηλαδή όχι μόνο οι άμυνες -τα αποθέματα της Κύπρου- είναι περιορισμένες, αλλά το πλήγμα που ενδεχομένως να δεχτεί θα είναι αναλογικά πιο ισχυρό.
Ποια λάθη έγιναν τα τελευταία χρόνια από πλευράς Κυβέρνησης;
Θα απαντήσω στην ερώτησή σας συνεχίζοντας από την πρώτη. Τα λάθη της Κυβέρνησης όπως και της Βουλής, στον βαθμό που μπορεί και επηρεάζει τις πολιτικές αποφάσεις, έχουν να κάνουν με τις εσωτερικές αδυναμίες στις οποίες προαναφέρθηκα. Αν και έχουν δημιουργηθεί αποθεματικά που διασφαλίζουν την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους για την τρέχουσα διετία, εντούτοις θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση χρέους ή στη δημιουργία αποθεματικών.
Αντίθετα βλέπουμε αχρείαστες παραχωρήσεις, όπως π.χ. η μείωση στον φόρο κατανάλωσης καυσίμων, η στήριξη κάποιων ομάδων μέσω του Εστία που δεν θα έπρεπε να τύχουν στήριξης. Αυτά όχι μόνο δημιουργούν δημοσιονομικό κόστος, αλλά περισσότερο αποτελούν ηθικό κίνδυνο και προηγούμενο για νέες διεκδικήσεις.
Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων υπήρξαν καθυστερήσεις στην υιοθέτηση νομοθεσιών, όπως και στον εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος. Οι τίτλοι ιδιοκτησίας παραμένουν ως εργαλείο για την επίτευξη άλλων στόχων πέραν της κατοχύρωσης της ιδιοκτησίας, με αποτέλεσμα να μην εκδίδονται άμεσα και να αποτελούν εμπόδιο στην εξυγίανση της οικονομίας.
Δεν είναι αρνητικό μια οικονομία να είναι ανοικτή, αλλά θα πρέπει να είναι ευέλικτη και ανταγωνιστική. Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί αλλά και εσωτερικοί θεσμοί καταγράφουν προβλήματα σε θέματα γραφειοκρατίας, αδιαφάνειας, υψηλού κόστους και χαμηλής απόδοσης, προβληματικής παιδείας, αλλά ακόμη οι εξαγγελθείσες μεταρρυθμίσεις, που θα έπρεπε να τρέχουν σε σχετικά καλές περιόδους, στην περίπτωση της Κύπρου είτε δεν προχωρούν είτε προχωρούν με ρυθμούς χελώνας.
Ποιες άλλες καθυστερήσεις καταγράφετε;
Η ίδια καθυστέρηση καταγράφηκε στην περίπτωση του Συνεργατισμού και καταγράφεται στην περίπτωση της Cyta. Δεν είμαι πολιτικός και ίσως να αγνοώ παράγοντες που οφείλει να λαμβάνανε υπόψη του ένας πολιτικός, αλλά προσωπικά θα προωθούσα το συντομότερο δυνατό τον διαχωρισμό κράτους από τη Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα με τον α ή β τρόπο. Το ίδιο με τη Cyta. Η παραμονή της στα χέρια του κράτους φαίνεται να οδηγεί σε μείωση της αξίας της εις βάρος του φορολογούμενου και ταυτόχρονα περιορίζει τα κίνητρα για ταχύτερη βελτίωση των τηλεπικοινωνιών.
Τέλος η μεγάλη βαρύτητα που δίνεται μέσω κρατικού παρεμβατισμού στον κατασκευαστικό τομέα όχι μόνο μπορεί να τερματιστεί απότομα κυρίως λόγω εξωτερικών εξελίξεων ή αποφάσεων, αλλά δημιουργεί παράπλευρες απώλειες όπως αυτές της Ολλανδικής Ασθένειας. Ο τομέας αυτός απορροφά πόρους από άλλους παραγωγικούς τομείς και τους καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικούς. Όσοι από αυτούς είναι αντιμέτωποι με εξωτερικό ανταγωνισμό, όπως ο τουρισμός, αναπόφευκτα θα δεχτούν κάποιο πλήγμα.
Ελέω της ανάπτυξης, έχουν ανοίξει τα ταμεία του κράτους και δίνονται διάφορες παροχές προκειμένου να επιστραφούν χρήματα στον κόσμο (πχ. τα €50 στους χαμηλοσυνταξιούχους ή η μείωση του φόρου στα καύσιμα), ενώ αποφασίστηκε και η επιστροφή των αποκοπών στους δημοσίους υπαλλήλους. Τι πρέπει να προσέξει η Κυβέρνηση;
Αν η οποιαδήποτε Κυβέρνηση κρίνει πως υπάρχει ανάγκη για την πραγματοποίηση μιας δαπάνης ή μείωσης φόρου για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου στόχου και υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια, κανένα Δημοσιονομικό Συμβούλιο δεν θα αντιδράσει. Φτάνει αυτό να γίνει στοχευμένα. Αν όχι, όπως οι γενικές αυξήσεις ωφελημάτων και η μείωση του φόρου κατανάλωσης, όχι μόνο περιορίζουν τη δημιουργία αναγκαίων αποθεματικών για την εξυπηρέτηση του χρέους και αντιμετώπισης μιας πιθανής νέας κρίσης, αλλά δημιουργούν βάση για νέες απαιτήσεις.
Σε μια περίοδο με υψηλό δημοσιονομικό πλεόνασμα, αυξάνονται οι απαιτήσεις και μειώνονται οι αντιστάσεις σε αυτές. Αυτό ακριβώς βλέπουμε και αυτό μας ανησυχεί. Μπορεί οι σημερινές παρεμβάσεις μας να κριθούν πρόωρες ή υπερβολικές, αλλά η τελευταία κρίση έδειξε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια αδράνειας.
Συχνά πυκνά τα λέτε σε διάφορες εκθέσεις σας. Υπήρξε ανταπόκριση/συμμόρφωση με τις συστάσεις σας;
Δεν έχουμε Εκτελεστική Εξουσία, οπόταν δεν θα μιλούσα για συμμόρφωση. Επίσης είναι δύσκολο να πει κάποιος σε ποιο βαθμό υπήρξε ανταπόκριση. Ως θεσμός αντιδράσαμε από τον Ιούλιο στο Σχέδιο Εστία και αναφερθήκαμε στην ανάγκη υιοθέτησης αυστηρότερων κριτηρίων που θα περιόριζαν τον ηθικό κίνδυνο και θα καθιστούσαν πιο αποτελεσματικό το όλο εγχείρημα. Παράλληλα αντιδράσανε ακαδημαϊκοί και ενεργοί πολίτες. Στο τέλος ήρθε παρέμβαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ. Αποτέλεσμα ήταν να καθοριστούν κάποια αυστηρότερα κριτήρια. Αν και σε ποιο βαθμό οφείλεται και στη δική μας παρέμβαση, είναι δύσκολο να πει κάποιος.
Εδώ και χρόνια αναφερόμαστε στην ανάγκη για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και γνωρίζουμε ότι έστω και με αργούς ρυθμούς προωθούνται μέτρα. Υπάρχουν όμως θέματα στα οποία η Κυβέρνηση έκρινε ορθότερο να προχωρήσει στη δική της πολιτική παρά την παρέμβασή μας, όπως π.χ. η μείωση στον φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα ή η παραχώρηση αυξημένης αποζημίωσης στα ταμεία προνοίας που υπέστησαν ζημιές τον Μάρτιο του 2013. Αυτά είναι ορθότερο να τα κρίνετε εσείς, η κοινή γνώμη και η αντιπολίτευση.
Δεν βλέπουμε να προχωρά η μεταρρύθμιση του Δημοσίου. Μάλιστα γίνονται και προσλήψεις, ενώ το ζήτημα των εκτάκτων δεν έχει επιλυθεί. Ποιοι οι κίνδυνοι από την καθυστέρηση στις μεταρρυθμίσεις;
Οι καλώς νοούμενες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις βοηθούν στην παραγωγή περισσότερου πλούτου και στην καλύτερη κατανομή του μεταξύ των πολιτών.
Δυστυχώς καταγράφεται μια αδυναμία ή απροθυμία σύγκρουσης με οργανωμένα σύνολα. Δίνεται δυσανάλογη αυξημένη βαρύτητα σε συνδικαλιστικά ή επιχειρηματικά συμφέροντα εις βάρος του ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος, εμποδίζοντας την προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
Όσο περισσότερο καθυστερούν οι μεταρρυθμίσεις τόσο αυξάνεται η πιθανότητα μια κρίση να κτυπήσει την Κύπρο όταν δεν θα είναι σε θέση να την αντιμετωπίσει. Κανείς δεν γνωρίζει το μέγεθος και το χρόνο της επόμενης κρίσης και έτσι το καλύτερο είναι να λαμβάνονται μέτρα όταν το επιτρέπουν οι συνθήκες και τώρα το επιτρέπουν.
Πώς κρίνετε την ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα και τις στρεβλώσεις που άρχισαν να δημιουργούνται με τις τιμές των ενοικίων και τις υψηλές τιμές των διαμερισμάτων λόγω του προγράμματος πολιτογράφησης;
Πέραν των επιπτώσεων στις οποίες προαναφέρθηκα έχετε δίκαιο υπάρχουν και αυτές οι επιπτώσεις, που θα έλεγα δεν εμπίπτουν στους όρους εντολής ενός Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Η λογική όμως παραμένει η ίδια. Η αυξημένη δραστηριότητα σε ένα τομέα έχει και παράπλευρες επιπτώσεις με αρνητικό κοινωνικό αντίκτυπο. Επειδή αυτή η επίδραση ήρθε μέσω κρατικού παρεμβατισμού τότε αναπόφευκτα και ορθά οι πολίτες που θα έχουν επηρεαστεί αρνητικά θα έχουν απαιτήσεις από το κράτος.
Το πώς και σε πιο βαθμό θα μπορέσει το κράτος να διορθώσει αυτές τις στρεβλώσεις είναι καθαρά θέμα κυβερνητικής πολιτικής και δεν είναι τόσο εύκολο όσο νομίζει κάποιος. Για παράδειγμα γενικές επιδοτήσεις ενοικίων το πιο πιθανόν θα οδηγήσουν σε αυξήσεις των ενοικίων, δηλαδή μεταφοράς πλούτου από τον φορολογούμενο στον ιδιοκτήτη χωρίς ουσιαστικό όφελος στον ενοικιαστή. Καλύτερα όμως να αναμένουμε τις τελικές αποφάσεις.