Τις δυσκολίες που υπάρχουν στον διάλογο για την ΑΤΑ κατέγραψε και χθες ο υπουργός Εργασίας Κυριάκος Κούσιος, χωρίς να κρύβει την απαισιοδοξία του για το ενδεχόμενο συναινετικής συμφωνίας γύρω από το θέμα. Μιλώντας στο πλαίσιο της Παγκύπριας Συνδιάσκεψης για τα 60χρονα της ΔΕΟΚ, ο υπουργός αναφέρθηκε στον εν εξελίξει διάλογο για την ΑΤΑ, αφήνοντας να νοηθεί πως επί του παρόντος η κήρυξη αδιεξόδου είναι το επικρατέστερο σενάριο, εξαιτίας των διαφορετικών απόψεων των δύο πλευρών. Με τις συντεχνίες ως γνωστόν να ζητούν, λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, πλήρη αποκατάσταση της ΑΤΑ και διεύρυνσή της και με τους εργοδότες να ζητούν την κατάργησή της.
«Δυστυχώς, όπως διαφάνηκε από τις συζητήσεις που είχα με τις συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις, δεν μπορώ να είμαι αισιόδοξος, τουλάχιστον σε αυτό το στάδιο, για κατάληξη σε μια συναινετική συμφωνία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΑΤΑ: Δυσφορία Κούσιου για στάση εργοδοτών
Θέλω να επικαλεστώ για ακόμη μια φορά τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα των κοινωνικών εταίρων και να τους καλέσω να προσέλθουν σε ένα διάλογο, όπου με συναινετικές προσεγγίσεις θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε μια αμοιβαία αποδεκτή λύση, για το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, των ευάλωτων ομάδων, την προστασία των χαμηλά αμειβόμενων, της προστασίας του υγιούς ανταγωνισμού, της εργασιακής ειρήνης αλλά και της προοπτικής της οικονομίας του τόπου μας. Θα σταθώ ιδιαίτερα στην εργασιακή ειρήνη. Οι συνθήκες επιβάλλουν τη διατήρησή της», είπε ο κ. Κούσιος, καλώντας έτσι και τις δύο πλευρές να βάλουν νερό στο κρασί τους, για αποφυγή κήρυξης αδιεξόδου. Αδιεξόδου που, όπως γράψαμε ξανά, δεν θα καταργήσει το θεσμό εκεί και όπου εφαρμόζεται, αλλά στην ουσία θα σηματοδοτήσει την άτυπη συνέχιση της μεταβατικής συμφωνίας για την ΑΤΑ και την καταβολή της στο 50% της αύξησης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Εξάλλου και οι βολιδοσκοπήσεις που γίνονται προς τις δύο πλευρές δεν αφορούν σε άμεση αποκατάσταση του θεσμού, αλλά σε σταδιακή. Παράθυρο για συνέχιση της υφιστάμενης πρακτικής άφησε χθες και ο γ.γ. του ΚΕΒΕ Μάριος Τσιακκής, σε δηλώσεις του στο κρατικό ραδιόφωνο, εκφράζοντας όμως τη θέση πως ο θεσμός είναι αναχρονιστικός και πως θα πρέπει να αντικατασταθεί με κάτι άλλο.
Αποκατάσταση και διεύρυνση
Από το βήμα της χθεσινής συνδιάσκεψης της ΔΕΟΚ, ο πρόεδρος της συντεχνίας Ιωσήφ Αναστασίου ανέφερε, πάντως, πως η ΑΤΑ όχι μόνο δεν πρέπει να καταργηθεί ή να αποδυναμωθεί αλλά πως θα πρέπει να επεκταθεί, ώστε να καλύπτονται και οι εργαζόμενοι με κατώτατο μισθό, όπως επίσης και αυτοί που σήμερα δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις. Φανερώνοντας με τη σειρά του τις δυσκολίες που προκύπτουν στον διάλογο, καθώς και οι συντεχνίες έθεσαν υψηλά το πήχη των διεκδικήσεων τους. Στο θέμα της ΑΤΑ αναφέρθηκε χθες και η ΣΕΚ, μέσω της «Εργατικής Φωνής», με άρθρο της με το οποίο ζητά το ζήτημα να μείνει εκτός της προεκλογικής συζήτησης. Εξάλλου, σε ρεπορτάζ της, η ΣΕΚ για τη συνάντηση που είχαν την Δευτέρα οι συντεχνίες με τον υπουργό, αναφέρει πως το συμπέρασμα που προέκυψε είναι πως η ΑΤΑ δεν είναι προς κατάργηση και πως η Κυβέρνηση αναγνωρίζει τη φιλοσοφία της. Καταγράφει επίσης αναφορές του ΠτΔ πως η Κυβέρνησή του προχώρησε με την επαναφορά του 50% της ΑΤΑ και ότι τώρα «διαπραγματεύεται για το πώς μπορεί να αποκατασταθεί».
«Αυτή την προσπάθεια καταβάλλει αυτή την περίοδο ο Υπουργός Εργασίας, με κατ’ ιδίαν συναντήσεις που έχει με εργοδότες και συντεχνίες, με χρονικό ορίζοντα επίτευξης συμφωνίας την 15η Δεκεμβρίου 2023», καταλήγει η ΣΕΚ.
ΣΕΚ
Με ανακοίνωσή της, η ΣΕΚ εκφράζει απαρέσκεια για προεκλογικές συζητήσεις που αφορούν την οικονομία και καταλήγουν σε αναφορές και υποσχέσεις, υπό μορφήν πλειστηριασμού.
«Γίνεται λόγος ανάμεσα σ’ άλλα για την αύξηση του αφορολόγητου ποσού, γίνεται λόγος για αύξηση των συντάξεων, γίνεται λόγος για την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ), που κάποιοι προσπαθούν να της αλλάξουν ταυτότητα, φορώντας της ένα δήθεν κοινωνικό μανδύα», αναφέρεται μεταξύ άλλων.
Η ΣΕΚ τονίζει πως «αυτά τα ζητήματα που αποτελούν σοβαρούς πυλώνες της οικονομικής πολιτικής του κράτους και δεν λύνονται ούτε με δημόσιες συζητήσεις, ούτε μέσα από τα τηλεοπτικά παράθυρα, ούτε με τη λογική της πλειστηριακής πριμοδότησης». Και προσθέτει: «Αυτά τα ζητήματα, όπως βεβαίως και αρκετά άλλα (π.χ. ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής), συζητούνται στα πλαίσια ενός θεσμοθετημένου και καλά δομημένου κοινωνικού διαλόγου, ανάμεσα στους τρεις κοινωνικούς εταίρους δηλαδή, ανάμεσα στην Κυβέρνηση, τους εργοδότες και τις συντεχνίες».
Σε άλλο σημείο επισημαίνει ότι «η διαφοροποίηση του αφορολόγητου εισοδήματος ή η καθιέρωση του οικογενειακού εισοδήματος για σκοπούς φορολογίας, πρέπει να αποτελεί μέρος μιας συζήτησης που αφορά την εκπόνηση μιας ολοκληρωμένης φορολογικής μεταρρύθμισης που θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της οικονομίας, τις ανάγκες της κοινωνίας και δεν θα αγνοεί τα συμφέροντα των χιλιάδων εργαζομένων που σήμερα βρίσκονται κάτω από το αφορολόγητο εισόδημα των €19.500. Αποσπασματικές φορολογικές λύσεις δεν βοηθούν κανένα».
Κατά τη ΣΕΚ, «η απερχόμενη κυβέρνηση ατυχώς δεν προώθησε – ως όφειλε και όπως υποσχέθηκε – τη φορομεταρρύθμιση, με αποτέλεσμα σήμερα να ακούμε για αλλαγές και υποσχέσεις που θα έπρεπε να είχαν υλοποιηθεί προ καιρού».