Το πολιτικό σκηνικό είναι εξαιρετικά ρευστό και αυτό αποτελεί το μόνο δεδομένο. Συνεπώς, οι όποιες εκτιμήσεις για το πώς μπορεί να εξελιχθεί η κατάσταση στη μετά τις βουλευτικές εκλογές εποχή παραμένουν υποθετικά σενάρια που ενδέχεται να ανατραπούν πλήρως στην κάλπη. Διότι το σκηνικό, εκτός από ρευστό, είναι και απρόβλεπτο, εξαιτίας του γεγονότος ότι το εκλογικό σώμα, από τη μία, δεν έχει διάθεση να αποκαλύψει τις προθέσεις του —είτε επειδή δεν το επιθυμεί είτε επειδή απλώς δεν θέλει να ασχοληθεί με την πολιτική και επιφυλάσσεται να το πράξει την ημέρα των εκλογών— και, από την άλλη, εμφανίζεται θυμωμένο και απογοητευμένο, άρα έτοιμο να λειτουργήσει περισσότερο με το θυμικό παρά με τη λογική.
Ως εκ τούτου, η ψήφος διαμορφώνεται με κριτήρια που υπερβαίνουν το στενό πλαίσιο της πολιτικής. Αυτό καθιστά κάθε πρόβλεψη για το πώς θα εξελιχθεί το πολιτικό σκηνικό και τι αποτέλεσμα θα αναδείξει η κάλπη των βουλευτικών εκλογών ιδιαίτερα επισφαλή. Κανείς, εξάλλου, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι στις πρόσφατες ευρωεκλογές —ακόμη και με δεδομένη τη χαλαρή ψήφο— θα σημειωνόταν τόσο μεγάλη ανατροπή, με έναν άγνωστο ανεξάρτητο υποψήφιο να συγκεντρώνει πάνω από 70 χιλιάδες ψήφους. Ένα φαινόμενο αδιανόητο για το κυπριακό εκλογικό κοινό πριν από μερικά χρόνια.
Αυτά τα χαρακτηριστικά εντοπίζονται και σήμερα στις έρευνες, γεγονός που ενισχύει την πιθανότητα ανατροπών στην κάλπη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ένα ενδιαφέρον στοιχείο που αναδεικνύουν οι μέχρι στιγμής δημοσκοπήσεις είναι το σενάριο μίας πεντακομματικής Βουλής, δηλαδή στη νέα σύνθεση να εκπροσωπούνται μόνο πέντε κόμματα. Σήμερα στη Βουλή υπάρχουν εφτά κόμματα, ενώ την προηγούμενη πενταετία υπήρχαν οκτώ, αριθμός-ρεκόρ από ιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μετά την τουρκική εισβολή, η Βουλή είχε σταθερά τέσσερα κόμματα (ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ), ενώ τα τελευταία 30 χρόνια προστέθηκαν οι Οικολόγοι. Ενδιάμεσα εμφανίστηκαν σχηματισμοί όπως οι Νέοι Ορίζοντες και αργότερα το ΕΥΡΩΚΟ, ενώ νωρίτερα υπήρχαν οι Ενωμένοι Δημοκράτες. Στη συνέχεια, εισήλθαν στη Βουλή το ΕΛΑΜ, η Συμμαχία Πολιτών και η ΔΗΠΑ.
Γιατί έχει σημασία ο αριθμός κομμάτων στη Βουλή; Με βάση τα σημερινά δεδομένα, στην επόμενη Βουλή ενδέχεται να εκπροσωπούνται μόνο πέντε κόμματα, όλα με ποσοστά άνω του 7,2%. Το ποσοστό αυτό είναι καθοριστικό, καθώς οι 56 έδρες θα μοιραστούν σε πέντε κόμματα και όχι σε εφτά, όπως το 2021, ή σε οκτώ, όπως το 2016. Έτσι, τα κόμματα θα έχουν περισσότερες έδρες αναλογικά. Συνεπώς, δεν αποκλείεται κάποιο κόμμα να διατηρήσει τον ίδιο αριθμό εδρών ακόμη και με χαμηλότερο ποσοστό, ή τουλάχιστον η απώλεια εδρών να μην είναι ανάλογη της μείωσης των ψήφων του.
Ταυτόχρονα, βάσει εκλογικού νόμου, στη β΄ φάση της β΄ κατανομής —γνωστή ως γ΄ κατανομή εδρών— συμμετέχουν μόνο τα κόμματα που λαμβάνουν πάνω από 7,2%. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, στην τελευταία αυτή φάση θα μετέχουν πέντε κόμματα. Το 2021 και το 2016 συμμετείχαν μόνο ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ, που μοιράστηκαν τις αδιάθετες έδρες. Τώρα, θα τις μοιραστούν πέντε κόμματα.
Προκύπτει, ωστόσο, και ένα άλλο ζήτημα. Εάν από τα τρία συμπολιτευόμενα κόμματα στη νέα Βουλή παραμείνει μόνο το ΔΗΚΟ, τι θα συμβεί; Πλειοψηφία συμπολιτευόμενων κομμάτων δεν υπάρχει ούτε στη σημερινή Βουλή. Υπάρχει, όμως, μια βασική διαφορά: ΔΗΚΟ, ΔΗΠΑ και ΕΔΕΚ διαθέτουν σήμερα μαζί 15 βουλευτές. Αυτό τους επέτρεπε, με κάποιες συνεργασίες και τη στήριξη, για παράδειγμα, του ΔΗΣΥ, να περνούν νομοσχέδια. Εάν στη νέα Βουλή παραμείνει μόνο το ΔΗΚΟ, δημιουργούνται νέα δεδομένα. Πόσους βουλευτές, για παράδειγμα, θα έχει το ΔΗΚΟ; Θα μπορεί, σε συνεργασία με τον ΔΗΣΥ, να περνά κυβερνητικά νομοσχέδια; Πόσο ενισχυμένος μπορεί να είναι ο ρόλος του ΕΛΑΜ σε αυτήν την εξίσωση, δεδομένου ότι ΑΚΕΛ και ΑΛΜΑ θα βρίσκονται στην αντίπερα όχθη;
Όλα αυτά τα δεδομένα διαμορφώνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα σχηματιστεί ο νέος εκλογικός χάρτης και θα επανακαθοριστεί το πολιτικό σκηνικό, τόσο εντός όσο και εκτός Βουλής, με ιδιαίτερη σημασία ενόψει της επόμενης ημέρας.