Ο οραματιστής και σπουδαίος επιχειρηματίας Νίκος Μούγιαρης άφησε την τελευταία του πνόη στις 5 Ιανουαρίου 2019, αφήνωντας πίσω μια τεράστια καριέρα και έργο τόσο στον τομέα των καλλυντικών, όσο και στις σχέσεις Ελλάδας-Κύπρου και της ομογένειας.

Ο Νίκος Μούγιαρης, γεννήθηκε το 1945 στην Αθηένου και στα 19 του χρόνια μετανάστευσε στην Αμερική. Εκεί σπούδασε χημικός μηχανικός στα πανεπιστήμια Rutgers και St. John.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Έφυγε από τη ζωή ο ομογενής επιχειρηματίας Νίκος Μουγιάρης

Επιχειρηματίας και πολιτικός

Μετά τις σπουδές του και με ένα δάνειο 6.000 δολαρίων, ίδρυσε την εταιρεία «ΜΑΝΑ Products» η οποία έμελλε να γίνει μία από τις μεγαλύτερες στο χώρο των καλλυντικών παγκοσμίως. 

Κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του πορείας, έδειχνε έντονο ενδιαφέρον για τα εθνικά θέματα Ελλάδας και Κύπρου. Τη δεκαετία του 90′ η δράση του περιλάμβανε εκδηλώσεις για οικονομική ενίσχυση πολιτικών μέχρι συναντήσεις με προέδρους στον Λευκό Οίκο.

Το 2012 θα ιδρύσει το Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (Hellenic American Leadership Council – HALC). Σε μια από τις συνεντεύξεις του είχε αναφέρει σχετικά. «Η ελληνική Διασπορά όπως και η Κύπρος και η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν υπαρξιακούς κινδύνους. Αυτό είναι αποτέλεσμα έλλειψης ηγεσίας και οράματος. Η HACL δημιουργήθηκε σαν επαγγελματικός οργανισμός που σιγά-σιγά θα αναδειχθεί σαν Ινστιτούτο, στόχος του οποίου είναι η δημιουργία νέων ηγετών οι οποίοι θα αναδιοργανώσουν την ελληνική Ομογένεια στην Αμερική και να την ενδυναμώσουν. Το όραμα είναι σιγά-σιγά να ενώσουμε την Ελληνική Διασπορά ούτως ώστε με τα χρόνια σαν μία δυνατή φωνή και ικανή για έργα, να μπορέσει με πολλούς τρόπους να βοηθήσει τις κοινωνίες που ζούμε, την Ελλάδα και την Κύπρο. Αυτός είναι ο στόχος και θα επιμείνουμε να τον πετύχουμε». Το HALC έχει σήμερα σημαντική επιρροή και εργάζεται στενά με την Αμερικανοεβραϊκή κοινότητα και με Έλληνες ηγέτες και επιχειρηματίες. 

Σε συνέντευξη του είχε εκφράσει την απογοήτευση του για την πορεία της οργανωμένης Ομογένειας και πως απέτυχαν να ελκύσουν τον νέο επιχειρηματικό κόσμο. 

«Είμαι στην Αμερική πάνω από 50 χρόνια. Είδα πολλούς από εμάς να πετυχαίνουμε σε ό,τι επιλέξαμε να κάνουμε. Επαγγελματίες, ακαδημαϊκοί, επιστήμονες, επιχειρηματίες. Μερικοί διέπρεψαν και στην πολιτική. Ως μονάδες πετυχαίνουμε. Με λύπη, όμως, βλέπω ότι η οργανωμένη Ομογένεια φθίνει. Τα σωματεία και οι ομοσπονδίες κινδυνεύουν να αφανιστούν. Δεν είναι ικανά να ελκύσουν τους νέους μας, αυτούς τους απίστευτους νέους επαγγελματίες.» είπε.

Στο όραμα του ήταν να δει την Ελλάδα και την Κύπρο, να έχουν αποκτήσει ηγετική δύναμη σε διάφορους τομείς όπως η διατροφή ή ο τουρισμός. Ωστόσο, δεν το έβλεπε να γινόταν πράξη. 

«Γιατί δεν μπορούμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα και την Κύπρο να γίνουν παγκόσμιες δυνάμεις, π.χ. στη μεσογειακή και ελληνική δίαιτα; Να γίνουν κύριοι προορισμοί στον τουρισμό, τον θερινό αλλά και τον πολιτιστικό και τον θρησκευτικό; Να βοηθήσουμε τους νέους επιχειρηματίες που έχουν απίστευτες ιδέες και εφευρέσεις να προωθήσουν τις τεχνολογίες τους με πιο αποτελεσματικό τρόπο; Φανταστείτε μια Ελλάδα που γίνεται μεγάλη δύναμη στην παραγωγή και εξαγωγή τροφίμων, βιολογικών προϊόντων, τσαγιών και αιθέριων ελαίων. Δεν μπορούμε να συναγωνισθούμε την Ιταλία και την Ισπανία σε όγκο, μπορούμε όμως να τις συναγωνιστούμε σε ποιότητα» δήλωνε παρά την απογοήτευση του.

Φιλανθρωπικό έργο

Από τις πολλές δωρέες που είχε κάνει, ξεχωρίζει αυτή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο «Rutgers University» της Νέας Ιερσέης, ύψους 600.000 δολαρίων. Μία από τις μεγαλύτερες δωρεές που έχει γίνει ποτέ από ομογενή και είχε ως στόχο την ενίσχυση του ταμείου για την Εδρα Νεοελληνικών Σπουδών «Οδυσσέας Ελύτης».

Στην πορεία του είχε λάβει διάφορα βραβεία για το έργο του, με το πιο πρόσφατο αυτό της Αθηένου το καλοκαίρι του 2018, όπου του παραδόθηκε το κλειδί της πόλης και ανακοινώθηκε μετάλειο στο όνομα του. Το 1985, είχε ιδρύσει στην Αθηένου παιδικό σταθμό ενώ το 1993 είχε τιμηθεί με το βραβείο Ελευθερίας από την Παγκόσμια Συντονιστική Ενωση Κυπριακού Αγώνα. Το 1994 εγινε μέλος του Leadership 100, της οργάνωσης ομογενών που συνεισφέρουν άνω των 100.000 δολαρίων για τη στήριξη της Ελληνοορθόδοξης Εκκλησίας και το 1997 τιμήθηκε με το βραβείο Ellis Island.