Οι μάχες που δίνονταν εδώ και καιρό πίσω από κλειστές πόρτες έχουν πλέον μετατραπεί σε πόλεμο, αφού το θέμα της ΑΤΑ και οι συλλογικές συμβάσεις στα ξενοδοχεία έχουν κινητοποιήσει τις συντεχνίες σε τέτοιο βαθμό που έχουν ήδη εξαγγείλει απεργιακές κινητοποιήσεις.

Η μετωπική σύγκρουση συντεχνιών και εργοδοτών είναι γεγονός και αυτό που μένει πλέον να διαπιστωθεί είναι εάν αυτή η σύγκρουση θα μεταφραστεί σε σκληρά απεργιακά μέτρα, μεσούσης της καλοκαιρινής περιόδου, ή σε αναίμαχτη διαμάχη, χωρίς να τεθεί υπό ομηρία η κυπριακή οικονομία.

Στο ένα στρατόπεδο βρίσκονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις. Στο άλλο στρατόπεδο οι εργοδότες. Το κλίμα μεταξύ των δύο πλευρών είναι τόσο τεταμένο, που οι κοινωνικοί εταίροι από συνεργάτες έχουν μετατραπεί σε αντιπάλους (ή τουλάχιστον έτσι δείχνουν), με το Υπουργείο Εργασίας να προσπαθεί να σμικρύνει το χάσμα και τις διαφωνίες, ούτως ώστε ο διάλογος να μην μετατραπεί τουλάχιστον σε πλήρη αντιπαράθεση και ρήξη μεταξύ των δύο πλευρών.

Τα δύο κυριότερα ζητήματα (ΑΤΑ και συλλογικές συμβάσεις στα ξενοδοχεία), αν και διαφορετικά μεταξύ τους, απειλούν να τινάξουν στον αέρα όχι μόνο την εργασιακή ειρήνη, αλλά και μια βιομηχανία αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ.

Συμφωνούν ότι διαφωνούν

Αυτό που εξάγεται από τις τελευταίες συζητήσεις είναι πως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι εργοδότες συμφωνούν πως διαφωνούν, είτε αναφορικά με την «ανάγνωση» κάποιου ζητήματος, είτε ολόκληρης της φιλοσοφίας των υπό ρύθμιση ζητημάτων.

Ουσιαστικά, οι κοινωνικοί εταίροι διαφωνούν σε δύο καίρια ζητήματα. Στην ΑΤΑ και στις συλλογικές συμβάσεις στα ξενοδοχεία.

Τα ζητήματα είναι λίγο πολύ γνωστά και οι θέσεις των δύο πλευρών δεν έχουν διαφοροποιηθεί.

Από τη μια οι συνδικαλιστές ζητούν την καταβολή της ΑΤΑ στο 100% και από την άλλη οι εργοδότες κάνουν λόγο για μια αναχρονιστική μέθοδο και ζητούν όπως αυτή συνδεθεί με τους δείκτες παραγωγικότητας.

Πρόβλημα με ρίζες στα ξενοδοχεία

Tα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα. Οι συντεχνίες υποστηρίζουν πως η σύμβαση που υπογράφηκε το 2024 είναι κλαδική και επομένως αφορά το σύνολο των εργαζομένων του κλάδου.

Στον αντίποδα, οι ξενοδόχοι λένε πως πρόκειται για συλλογική σύμβαση, άρα αφορά μόνο τους εργαζόμενους που ανήκουν στις συνδικαλιστικές οργανώσεις και ότι τα ξενοδοχεία μπορούν να έχουν ιδιωτικά συμβόλαια με τους εργαζομένους, βάσει των οποίων, ισχύουν μόνο τα συμφωνηθέντα μεταξύ των δύο πλευρών.

Το παράδοξο της όλης υπόθεσης είναι πως αυτή η συμφωνία υπογράφηκε από όλα τα μέρη το 2024 χωρίς να εγερθούν τέτοια ζητήματα και χωρίς ενδείξεις πως μέσα σε λίγους μήνες οι κοινωνικοί εταίροι θα βρίσκονταν στα κάγκελα, από άποψη «ανάγνωσης» και «μετάφρασης» των συμφωνηθέντων.

Όπως εξήγησαν διάφορες πηγές στον «Φ», εργασιακές διαφορές πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν. Για το ζήτημα των συλλογικών συμβάσεων, όπου οι διαφωνίες αφορούν συγκεκριμένες περιπτώσεις, όλα μπορούν να επιλυθούν μέσω της διαδικασίας που προβλέπεται και η οποία σε πολλές περιπτώσεις έδωσε λύση, χωρίς να χρειαστεί να προηγηθούν γενικευμένες αντιπαραθέσεις και απεργίες ολόκληρου του κλάδου.

Το πρόβλημα όμως στις συμβάσεις στα ξενοδοχεία, έχει τις ρίζες του πολύ βαθύτερα. Συγκεκριμένα, αυτό που εύκολα γίνεται αντιληπτό είναι το γεγονός πως τόσο οι συντεχνίες, όσο και οι εργοδότες κατά τις τοποθετήσεις τους και τα «θέλω τους», κινούνται με τους δικούς τους όρους. Με πιο απλά λόγια, από τη μια οι συνδικαλιστές διεκδικώντας τα εργασιακά τους δικαιώματα απειλούν με ρήξη, και από την άλλη οι εργοδότες φαίνεται πως δεν έχουν πιέσει – όσο θα έπρεπε τουλάχιστον – τα μέλη τους ώστε να προωθήσουν τις συλλογικές συμβάσεις στους εργαζόμενους στα ξενοδοχεία.